Οικότοποι
Χερσαία οικοσυστήματα
H μεγάλη υγροτοπική περιοχή του Δέλτα, περιβάλλεται βόρεια και ανατολικά από τον ορεινό όγκο του Αράκυνθου, ο οποίος διαφοροποιείται σε ποικίλα επιμέρους ορεινά τοπία. Ανάλογα με τη φύση των εδαφών, αλλού καλύπτεται από πυκνά δάση διαφόρων ειδών βελανιδιάς (Quercus sp), αλλού από πυκνή και έντονα ανεπτυγμένη μακία (Πουρνάρια - Quercus coccifera, Ρείκια - Erica arborea, Κουμαριές - Arbutus unedo, , Αγρελιές - Olea europea, Αριές - Quercus ilex και Θαμνοκυπάρισσα - Juniperus phoenicea), αλλού από φρύγανα (συνήθως Ασφακώνες - Phlomis fruticosa, Ασπαλάθια - Calicotome spinosa, Σπάρτα - Spartum junceum, Θυμάρια - Thymus capitatus και Λαδανιές Cistus spp) που ανάμεσά τους υπάρχουν διάσπαρτες αιωνόβιες ήμερες βελανιδιές κι αλλού από εκτενείς πουρναρότοπους (Quercus coccifera) που βοσκούνται εντατικά. Ο ορεινός αυτός όγκος διασπάται από φαράγγια (Κλεισούρα – Κρεμαστή) καθώς και από τον ποταμό Εύηνο που απομονώνει νοτιότερα το γιγαντόβραχο της Βαράσοβας. Αξιόλογο χαρακτηριστικό αυτού του ορεινού όγκου είναι το ότι οι δυτικές πλαγιές μαζί με εκείνες της Βαράσοβας περιλαμβάνουν μεγάλες κλίσεις και ασβεστολιθικές ορθοπλαγιές σε μεγάλη έκταση. Έτσι, παρουσιάζεται αξιόλογο ενδιαφέρον ως προς τη χασματική χλωρίδα.
Αυτός ο καθαρά χερσαίος ορεινός χώρος φιλοξενεί πολύ αξιόλογη πανίδα στην οποία περιλαμβάνονται και μεγάλα θηλαστικά όπως το Ζαρκάδι, το Αγριογούρουνο και ο Λύκος. Πολύ μεγάλη κι ενδιαφέρουσα και η ποικιλία των πουλιών από την οποία αξίζει να σημειωθούν οι δρυοκολάπτες και ιδιαίτερα η Μεσοτσικλητάρα, ο Πετρίτης, ο Χρυσαετός, το Χρυσογέρακο και το Όρνιο. Το τελευταίο διατηρεί δύο αποικίες στα υπάρχοντα φαράγγια. Αυτές, μαζί με εκείνη που υπάρχει βορειότερα του Αστακού στα Ακαρνανικά, είναι οι τελευταίες αποικίες του είδους σ’ ολόκληρη τη Στερεά Ελλάδα.
Άλλο σημαντικό χαρακτηριστικό της περιοχής είναι το ότι χερσαίο περιβάλλον υπάρχει και διάσπαρτο στο χώρο του δέλτα υπό μορφή λόφων με υψόμετρα που κυμαίνονται από 100 έως και 600 μέτρα. Έτσι, προσδίδεται μία αυξημένη ποικιλότητα στο ευρύτερο οικοσύστημα τόσο από τοπιακή όσο και από καθαρά οικολογική άποψη.
Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ένα ακόμα χαρακτηριστικό που είναι η ύπαρξη ενός πυκνού αρχιπελάγους μικρών νησίδων (των Εχινάδων ) κυρίως δυτικά των εκβολών του Αχελώου.
Τόσο οι διάσπαρτοι λόφοι στο χώρο του δέλτα όσο και οι Εχινάδες καλύπτονται από ποικίλη βλάστηση που αποτελείται βασικά από μωσαϊκό ανεπτυγμένων θαμνώνων, φρύγανων και δασών ήμερης Βελανιδιάς.
Στην πεδινή περιοχή που περιβάλει το υγροτοπικό οικοσύστημα υπάρχει ένα έντονο μωσαϊκό καλλιεργειών (κυρίως ελαιώνων, πορτοκαλεώνων, καλαμποκιού, τριφυλλιού και βαμβακιού) το οποίο διασχίζεται από τον Αχελώο δυτικά και τον Εύηνο ανατολικά. Η καλλιεργούμενη περιοχή διατέμνεται από στραγγιστικά κανάλια που και αυτά αποτελούν υδάτινους άξονες στους οποίος βρίσκει καταφύγιο η άγρια ζωή. Σ’ αυτό το ανθρωπογενές περιβάλλον η άγρια ζωή διασπείρεται κυρίως μέσω της φυσικής βλάστησης που έχει αναπτυχθεί στα πρανή των στραγγιστικών καναλιών και που κατά τόπους παρουσιάζει έντονη ανάπτυξη. Τέτοιοι «αξονικοί» οικολογικοί θώκοι έχουν κάποιο υγροτοπικό χαρακτήρα αφού η βλάστηση που αναπτύσσεται εκεί είναι ως επί το πλείστον υδρόφιλη ή ακόμη και υδροχαρής. Χαρακτηριστικά είδη που την απαρτίζουν είναι αγριοκάλαμα (Phragmites communis,) αλμυρίκια (Tamarix spp.), ιτιές (Salix alba), φτελιές (Ulmus sp), φράξοι (Fraxinus sp) και λεύκες (Populus alba). Σε τέτοια “οριακά ενδιαιτήματα” βρίσκει κατάλυμα μέρος της πανίδας των καλλιεργειών, που παρουσιάζει αρκετό ενδιαφέρον.
Υδάτινα οικοσυστήματα
Σ’ αυτά περιλαμβάνονται κατ’ αρχήν τα δύο μεγάλα ποτάμια και το μεγάλο ρυάκι του Βαλτιού στο Λεσίνι. Σε θέσεις με βραδεία ροή αναπτύσσεται χαρακτηριστική υποβρύχια βλάστηση από διάφορα υδροχαρή φυτά όπως το Βουτιμο (Butomus umbeliferus), το Νουφαρο (Nymphea alba) οι νεραγκούλες (Ranunculus spp), και η Νεροκοτσιδα (Chara sp). Στις όχθες των ποταμών υπάρχουν ακόμη αξιόλογες συστάδες υδρόφιλων θάμνων και δέντρων, κυρίως από ιτιές (Salix spp), φράξους (Fraxinus spp), φτελιές (Ulmus spp) και πικροδάφνες (Nerium oleander) ενώ παράλληλα προς τις όχθες υπάρχουν και λεπτές ζώνες καλαμώνων (Phragmites spp). Τέτοια βλάστηση κάλυπτε άλλοτε πολύ μεγάλες εκτάσεις της πεδιάδας. Σήμερα εξακολουθεί να υπάρχει στην περιοχή Λεσινίου ένα υπόλοιπο ενιαίου υδρόφιλου δάσους έκτασης περίπου 350 στρεμμάτων, γνωστού ως Δάσος του Φράξου (Φράξιας). Μέσα στο δάσος αυτό υπάρχουν 3 αυτοφυή είδη Φράξου : Fraxinus ornus, F. exelsior και F. oxycarpa.
Τα δύο ποτάμια έδωσαν γέννηση σε διάφορες λιμνοθάλασσες με μεγαλύτερες την Κλείσοβα (24.000 στρέμματα) και φυσικά την κεντρική λιμνοθάλασσα, μία από τις μεγαλύτερες της Μεσογείου με έκταση περί τις 160.000 στρέμματα, 17.000 από τα οποία καταλαμβάνει η λιμνοθάλασσα του Αιτωλικού, βόρεια της ομώνυμης πόλης. Εκτός από αυτή του Αιτωλικού, οι υπόλοιπες είναι ρηχές (μέχρι 1,5 μέτρα βάθος) και καλύπτονται από πλούσιο φυτοβένθος (κυρίως Ruppia maritima ssp. spirallis, Zostera marina). Λειτουργούν ως παγίδες θρεπτικών και αποδίδουν μεγάλη παραγωγή βιομάζας και ειδικότερα αλιευμάτων. Οι λιμνοθάλασσες διαχωρίζονται από τον Πατραϊκό Κόλπο με επιμήκεις αμμολουρίδες στις οποίες υπάρχουν ανοίγματα όπου οι ψαράδες έχουν εγκαταστήσει τις ιχθυοσυλληπτικές τους εγκαταστάσεις. Η μεγαλύτερη αμμολουρίδα ονομάζεται «Λούρος» και σ’ αυτή διαμορφώνονται ακόμη και αμμοθίνες. Καλύπτεται από χαρακτηριστική βλάστηση θαμνοκυπάρισσων και πικροδαφνών ενώ πιο κοντά στη θάλασσα φύονται αμμόφυτα όπως τα Suaeda maritima, Cakile maritima, Matthiola tricuspidata, Polygonum maritimum, Eryngium maritimum, Ammophila arenaria, Euphorbia paralias, Echinophora spinosa, Centaurea sonchifolia, κ.α.
Οι λιμνοθάλασσες περιβάλλονται προς τη χέρσο από εκτενείς αλμυρόβαλτους που καλύπτονται από χαρακτηριστικά αλόφυτα που ανήκουν κυρίως στα γένη Arthrocnemum, Halocnemum, Salicornia, Juncus, Saueda, Tamarix, κα. Όπου υπάρχει χαμηλότερη αλατότητα αναπτύσσονται φυτοκοινωνίες από Juncus spp, Carex spp και Tamarix συνήθως σε υγρά εδάφη με παροδική η μόνιμη κάλυψη με νερό. Πολύ χαρακτηριστική είναι η υποστήριξη της ανάπτυξης των Αλμυρικιών (Tamarix parvifora και Tamarix smyrnensis) κατά μήκος αποστραγγιστικών καναλιών η μικρών τάφρων οπού υπάρχει αφθονότερο νερό και για σημαντικά μεγάλη περίοδο στη διάρκεια του χρόνου.
Εκεί όπου απορρέουν πολλά γλυκά νερά, συνήθως από αντλιοστάσια που στραγγίζουν τις καλλιέργειες, υπάρχουν εκτενείς γλυκόβαλτοι, όπου υπάρχει έντονη επικράτηση του Αγριοκάλαμου (Phragmites communis) και της Ψάθας (Typha latifolia).